Στην Κοινοβουλευτική Επιτροπή Εργασίας παρευρέθηκε την Τρίτη, 3 Ιουνίου 2025, ο Γενικός Γραμματέας της ΣΕΚ, Ανδρέας Φ. Μάτσας, στο πλαίσιο συζήτησης με θέμα την ανάγκη λήψης μέτρων από πλευράς της κυβέρνησης για την επέκταση και εφαρμογή των συλλογικών συμβάσεων εργασίας.
Το θέμα εντάχθηκε στην ημερήσια διάταξη μετά από εισήγηση βουλευτών και εξετάστηκε αυτεπάγγελτα, με τη συμμετοχή του Υπουργού Εργασίας Γιάννη Παναγιώτου και των υπόλοιπων κοινωνικών εταίρων.
Η συζήτηση επικεντρώθηκε στην ανάγκη ενίσχυσης του ρυθμιστικού πλαισίου, ώστε μεγαλύτερο ποσοστό εργαζομένων να καλύπτεται από συλλογικές συμβάσεις, σύμφωνα και με τις πρόνοιες της σχετικής ευρωπαϊκής Οδηγίας.
Κατά την τοποθέτησή του, ο Γενικός Γραμματέας της ΣΕΚ ανέδειξε τον ρόλο και τη σημασία της ευρωπαϊκής οδηγίας προς όφελος των εργαζομένων, αλλά και της άρσης του αθέμιτου ανταγωνισμού ανάμεσα στους εργοδότες.
Τόνισε τη στήριξη της ΣΕΚ προς την κατεύθυνση της υιοθέτησης και αξιοποίησης των προνοιών της Οδηγίας και υπέδειξε πως ο διάλογος θα πρέπει να διεξαχθεί και να ολοκληρωθεί στο πλαίσιο του Εργατικού Συμβουλευτικού Σώματος, τόσο σε ό,τι αφορά το νομοσχέδιο για την εναρμόνιση με την Οδηγία, όσο και τον σχεδιασμό της στρατηγικής η οποία θα οδηγήσει στην επίτευξη του στόχου της κάλυψης του συνόλου των εργαζομένων από τις συλλογικές συμβάσεις.
Σε δηλώσεις μετά τη συνεδρία, ο ΓΓ της ΣΕΚ Ανδρέας Μάτσας είπε ότι έθεσαν επιτακτικά ένα στόχο, ο οποίος καταγράφει μία διττή προσέγγιση, αφενός μεν να σταλεί το μήνυμα ότι οι αμφίσημες προσεγγίσεις θα πρέπει να τερματιστούν και η πολιτεία να ξεκαθαρίσει τη θέση της και σε ό,τι αφορά τον κοινωνικό διάλογο ως βασική συνιστώσα ανάπτυξης της δημοκρατίας στις εργασιακές σχέσεις και παράλληλα να διασφαλίσουμε ότι οι πρόνοιες που προκύπτουν μέσα από την οδηγία για τον ευρωπαϊκό κατώτατο μισθό και την επάρκεια στους μισθούς θα εφαρμοστεί στην πράξη, έτσι ώστε να μπορέσουμε να καλύψουμε το σύνολο των εργαζομένων σε ό,τι αφορά τις συλλογικές συμβάσεις, αλλά παράλληλα και σε ό,τι αφορά τα δικαιώματα που προκύπτουν μέσα από αυτές».
Ανέφερε ότι «έχει ξεκαθαρίσει ότι οι στόχοι που θέτουμε δεν είναι κενού περιεχομένου, υπό την προϋπόθεση ότι θα μπορέσουμε να εφαρμόσουμε την επέκταση των συλλογικών συμβάσεων, έτσι ώστε να βελτιωθούν οι όροι εργασίας, να αυξηθούν οι μισθοί – σε μία περίοδο όπου η κοινωνία έχει ανάγκη πραγματικής στήριξης, αλλά και προώθηση της αξιοπρέπειας και της ποιότητας στην εργασία – για να μπορέσουμε να πετύχουμε τον μεγάλο στόχο», που αφορά στη βελτίωση του ύψους του κατώτατου μισθού, διασυνδέοντας τον με την ωριαία του απόδοση και παράλληλα και με την ΑΤΑ, έτσι ώστε να αποτρέπεται η όποια διάβρωση ως απότοκο των πληθωριστικών τάσεων που καταγράφει η οικονομία».
Ανέφερε επίσης ότι «παράλληλα έχουμε θέσει επιτακτικά την ανάγκη προώθησης του θεσμού των ταμείων προνοίας ως δεύτερος πυλώνας συνταξιοδοτικών παροχών βασικής συνιστώσα που προκύπτει μέσα από τις συλλογικές συμβάσεις, σε μία προσπάθεια να είμαστε υποστηρικτικοί στην διαδικασία που βρίσκεται σε εξέλιξη σε ό,τι αφορά την βελτίωση των συνταξιοδοτικών ωφελημάτων».
Ο κ. Μάτσας είπε ότι «η επέκταση των συλλογικών συμβάσεων δεν μπορεί να είναι ούτε μονόπλευρη, ούτε μονοδιάστατη» και πρόσθεσε ότι «στο πλαίσιο των μεταρρυθμιστικών προωθούμενων πολιτικών μέσα από τον διάλογο, θα πρέπει να υπάρξει διασύνδεση με αυτό το ζήτημα».
Ως εκ τούτου, η διαδικασία προώθησης της φορολογικής μεταρρύθμισης, η οποία θα πρέπει να είναι συνολική, θα πρέπει και μπορεί να διαλαμβάνει παραμέτρους, οι οποίες να διασυνδέονται με την επέκταση των συλλογικών συμβάσεων μέσα από την παροχή των απαιτούμενων κινήτρων, ενώ θα πρέπει οι δημόσιες συμβάσεις θα πρέπει να προϋποθέτουν την εφαρμογή συλλογικών συμβάσεων», πρόσθεσε.